|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρεγκεφαλιδικός? — — διέγνων — κερδομανής — αθλιος — μαγνητοφωνώ — γιατρός — γραμματολογικός — κακοντυμένος — όχθη — ευέλικτος — δώθες — επιτηδευματίας — γνέφος — ξελακκίζω — ωτοκόπωση — αψαχούλευτος — πυρκαϊά — μονοετής — τοξοθήκη — πλησίος — φουλμινάτο — σταλαγμίτης |
|||