|
η анакару (сорт чёрного винограда) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово анакару? — ανακαρού как с (ново)греческого переводится слово ανακαρού? — анакару — δεσποινίς — φιλοκυβερνητικός — έρωτας — ευωδιαστός — λύνομαι — φυμάτιο — τευτλοπαραγωγός — διοχετεύω — μέτωρο — λευκοπλάστης — παραδέρνω — εκφυλίζομαι — πιθάρι — κάπρος — μπακαλική — μαρτυρικά — υδατογραφώ — γερμανομαθής — υποταχτικός — επιγενής — δαιμονιότητα |
|||