|
το гвоздичное масло #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гвоздичное масло? — γαρουφαλόλαδο как с (ново)греческого переводится слово γαρουφαλόλαδο? — гвоздичное масло — λυπούμαι — σουλάτσο — σχεδιαστήριο — εμποροπάζαρο — έπαρχος — αποζούμι — νομικά — βαπορέτο — πουδραρίζω — δίσπαππος — υποστολή — πενηντάδραχμο — μονομανής — αθώωση — ημεραίος — βασιλοκόλαξ — υφεκατόλιτρο — ψελλότητα — αυλακωτήρας — βουτίνα — σφυροκόπηση |
|||