|
το преподавание, учительство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово преподавание? — δασκαλίκι как на (ново)греческом будет слово учительство? — δασκαλίκι как с (ново)греческого переводится слово δασκαλίκι? — преподавание, учительство — πουδράρισμα — ακόρδιστος — στολαρχώ — τρεχάμενος — έκτοτε — πεντάκλωνος — τσιχλογέρακο — βιβλιογραφία — αυτοσυντήρητος — αμίμητος — κολλοδιοχάρτης — φασουλής — γαλακτίζομαι — βαλσαμώνω — αμφαρίστερος — δοξασία — δεξιοτεχνικός — σαχλαμαράκιας — συνέκδημος — κουφιοκέφαλος — επισήμασμα |
|||