|
недолговечный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово недолговечный? — λιγοζώητος как с (ново)греческого переводится слово λιγοζώητος? — недолговечный — έπεσα — βλένα — αυτοπυρπόληση — αράβιος — νεκρόκασσα — σπαυδαιοφανής — αντιβαίνω — ασυσσώρευτος — ανθρακεμπορία — αμπάρι — σιδεράς — αγόρευση — τροχιστήρι — μονοθεϊστής — εφταμηνίτης — σύστρεψη — κροτωνέλαιον — μυρμηκία — μποουλάς — λεμονιά — βάλσιμο |
|||