|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσαλιμάκι? — — καινοτομώ — αλογογιατρός — γηρατιά — γαλλικός — ακάματος — αδειπνος — ρίνιση — τρίγλυφο — Περουβιανή — ποδιά — κατάκορος — γλυκορητάω — νωρίτερα — ανθοκομείο — λόγιον — αστρέχα — αφάλιση — βάσταξ — αναπαριστώ — αμπερομετρικός — λιθόπλινθος |
|||