|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αφαλατώνω? — — αορίστως — επιγενής — ρεμπέλεμα — καημός — σιτία — εγκόσμιος — ακαμάτισσα — μποϋκοτάρω — λειώ — ρητινοσυλλέκτης — αλκάνη — πρωτάρης — σταφυλόκοκκος — οχύρωση — σύμπνοια — αντιπολιτευτικός — παρελκυστικότητα — θαλασσοδέρνομαι — μακεδονήσι — νοομάντής — τρίγλη |
|||