|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανάλλαγα? — — δικαιοδοσία — αλάθεφτος — αναδρομάρης — ομοιοπαθητική — καταφώτιστος — καζμάς — σφύρα — αυτοκέφαλος — εκδούλευση — ειδικότητα — άμεικτος — βυσσοδομώ — οροθέσιο — μηδόλως — ντόγα — καλπάζων — ελληνομαθής — λαμπίκος — αεροστάθμη — Λεβαντίνος — μαχαιρένιος |
|||