|
η тех. нагель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нагель? — τζαβέττα как с (ново)греческого переводится слово τζαβέττα? — нагель — καβατζάρισμα — ανεμολογώ — νεοελληνικός — επιξηραντικός — ιδανικά — ανωφελής — λογχομαχώ — παρηκμασμένος — επιφοίτηση — προσωπολατρία — αφόδευση — καταδνώκω — μαυροφορεμένος — κιγκαλερία — λάλος — αδειούχα — αχρέωτος — κατάπτωση — ξεγράφομαι — περίφρακτος — βουητός |
|||