|
(-άδος) η побег, отросток, отводок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово побег? — επιφυάδα как на (ново)греческом будет слово отросток? — επιφυάδα как на (ново)греческом будет слово отводок? — επιφυάδα как с (ново)греческого переводится слово επιφυάδα? — побег, отросток, отводок — καρκινικός — αφρόντιστος — ψειρού — ψυχρομετρικός — δυσηλεκτραγωγός — αποδυναμώνομαι — δανειοδοτώ — δικόγραφο — ξεμποτσάρω — εβδομο — λυγκιάζομαι — αβάνης — λιοτριβάρης — φοβούμαι — διασκέλιση — πόσι — αποφθεγματικός — επιμετρώ — ανθρακευτής — μεσοκλινής — τετραγωνάκι |
|||