|
η ущелье, дефиле #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ущелье? — μισγάγκεια как на (ново)греческом будет слово дефиле? — μισγάγκεια как с (ново)греческого переводится слово μισγάγκεια? — ущелье, дефиле — χημείο — χαϊδούλης — εισερχόμενα — σεκοντάρω — προκάλυψη — χαρίζω — μισοχρονής — μουσούδι — καρακασίδης — στοιχειοχύτης — αψυχία — σοκάκι — τρανεύω — λύομαι — φανταιζί — αποκρύβω — ανοικονόμητα — θερμαντικός — τεθλασμένος — ψαλμωδός — μουνοπλημμύρα |
|||