|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διαγωνίως? — — αζίδιο — παστερισμός — λαμβάνω — ζουφαίνω — ευτυχώς — σταθερωτής — ημιρραγής — γνάφαλλον — μουρτάτης — πονέντες — αρνησίθρησκος — πεζούρα — καμαριέρα — μαρμαροθέτημα — νηστεία — αποθαλασσιά — ζωτικοκρατία — ανακαινισμένος — ιλαρχία — κελλάρης — δικηγορικός |
|||