|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γιλεκάκι? — — απαλλοτριωμένος — τύφλαμάρα — αφιλοχρηματία — αναστρέφω — συμπτωματολογικός — εκλογή — αγιοποιούμαι — αντίμετρο — μεσημέριασμα — νταλικατζής — τρανεύω — σφαιρικά — ζύγωμα — εντολοδόχος — ποτηράκι — ξενάγηση — προέρχομαι — αρρύθμιστος — σκωπτικώς — ανεβόλεμα — ανικανότητα |
|||