|
η удар плетью, кнутом [x:trans]удар плетью,удар кнутом[/x:trans] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово удар плетью? — βουρδουλιά как на (ново)греческом будет слово удар кнутом? — βουρδουλιά как с (ново)греческого переводится слово βουρδουλιά? — удар плетью, удар кнутом — πρακτικογράφος — αντιλοιδωρώ — νοικοκυρόπαιδο — αποχιονισμός — παιδομετρικός — εντολοδότης — πήχη — κάτω — απορία — κακόγουστα — επεισοδιακός — αντίλαμπρο — εγκολάπτω — αξιοκρατία — εκκινώ — φωσώνιον — ψιχαλητό — βρουχίζομαι — βρωμερότητα — λεμφοκυτταρικός — μεγαλοδύναμος |
|||