Новогреческий словарь
περδικούλα
περδικούλα
η
молодая куропатка
;
===
τό λέει η ~ του — [phrase]он храбрый[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
молодая куропатка
? —
περδικούλα
как с
(ново)греческого
переводится слово
περδικούλα
? — молодая куропатка
#
(ново)греческий словарь
—
φωσφορίτης
—
παρελθοντολογία
—
επικαταλλαγή
—
ευήθεια
—
μήνουρος
—
κατάτμηση
—
αδειανός
—
μεταγράφω
—
ιστιοθήκη
—
γλυφούτσικος
—
κοιμητήρι
—
επανωκαλύμμαυχο
—
γλαφυρός
—
αυτοψηφίζομαι
—
αμάτιαγος
—
χαρτού
—
μακαράς
—
ανταιτιώμαι
—
μενεξελί
—
ερινεάζω
—
ηθητήρας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве