Новогреческий словарь
σπαζοκέφης
σπαζοκέφης
ο
любитель посмеяться
над кем-л.
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
любитель посмеяться
? —
σπαζοκέφης
как с
(ново)греческого
переводится слово
σπαζοκέφης
? — любитель посмеяться
#
(ново)греческий словарь
—
πυριτικός
—
ενδομορφισμός
—
στεφανωμένος
—
στεατίνη
—
οξείδιο
—
αναλογισμός
—
ανεπικύρωτος
—
άστρινος
—
τρέφω
—
επιπολαιότητα
—
κρυσταλλογραφία
—
γαβαθώνω
—
αλατοδοχείο
—
κυανόλευκος
—
γιορτολόγημα
—
προέλληνας
—
διασυρμός
—
αγλωσσοφάγωτος
—
απέχω
—
προγάστορας
—
αεριτζού
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве