|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καπνοκαλλιέργεια? — — αναβαπτισμός — εντόκως — απώλητος — πλήρωσις — πεζοπορία — διαπνέομαι — ανεμογραφικός — ανεχόρταγος — ψυχοφυσιολόγος — εξαρθρώνομαι — πλατόνα — κυνοφοβία — έντριψη — στοφιδιάζω — αντιδογματικός — θερμοστάτης — ξεκουτιάζομαι — οδοιπορία — βαοβάβ — υπείκω — χρόνος |
|||