|
το анат. толстая кишка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово толстая кишка? — κωλάντερο как с (ново)греческого переводится слово κωλάντερο? — толстая кишка — πατόξυλο — απεσπασμένος — φιλειρηνικός — σαρδελλοκούτι — ράτσα — σεμπρικός — χρυσούχος — εξαγωγός — κατασχέτης — φούσκωμα — αγουρογέννητος — συγγενής — ανθρωπομορφία — ταπεινώνω — φαγητό — γινωμένος — ωμοφάγος — στακκάτο — ωριόπλουμος — γανοειδής — αμελάνωτος |
|||