|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καρμπονάρα? — — φωνοταινία — βυσσινάδα — επταήμερος — δεξιοτεχνία — άλαιμος — γριλλιαστός — αντίπραξη — ιταλομάθεια — επιδημιολογία — χαλιμά — μπουμπουνητό — άπωθεν — σειστός — λιγοθύμισμα — εκπιέζω — ξεχείλωμα — ψιλοβρόχι — ανόσιος — βλαχοχώρι — μαγείρισσα — χρυσολάτρης |
|||