|
болезнетворный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово болезнетворный? — νοσογόνος как с (ново)греческого переводится слово νοσογόνος? — болезнетворный — τσουλάρα — βρεφικός — πεντηκονταετηρίδα — ανακατωτός — κασσιτέρινος — βατράχειος — εμπεριεκτικός — ζαβολιάρης — ακόνη — κοντούλα — καρδιοτομία — προϋπάντηση — αποσπείρω — διαβιβαστικός — αποκαρδίωση — ευχαριστήριο — αγάπισμα — αφηγητής — καλοκαιρινός — λεύκωμα — τσουλώ |
|||