Новогреческий словарь
ψώνι
ψώνι
το
покупка; закупка
;
κάνω ~α — делать покупки
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
покупка
? —
ψώνι
как на
(ново)греческом
будет слово
закупка
? —
ψώνι
как с
(ново)греческого
переводится слово
ψώνι
? — покупка, закупка
#
(ново)греческий словарь
—
συκωτάκι
—
θεότητα
—
φλεκτήρας
—
κατασβένω
—
νυχτόημερα
—
ομοβροντία
—
ακάνθινος
—
πατραλοίας
—
περιστεροτροφείο
—
νάρδινος
—
γείτων
—
απογαλακτισμός
—
μαλθακώδης
—
σαλονίτικος
—
ακατέβατος
—
αδρά
—
ενδοεπικοινωνία
—
νεο-
—
χουφτιά
—
ικανός
—
αστέγαστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,