|
ο опоздание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово опоздание? — αργεμός как с (ново)греческого переводится слово αργεμός? — опоздание — παραγίνωμα — μειονεκτικός — γκαϊδίζω — πουτσοσκάμπηλο — βουητό — επικονιασμένος — τραβηξιά — ξεδιαλύνω — θρύμμα — έκαστος — βαριάντα — εφηλίδα — ονομαστική — αφρογενής — αντιφεμινιστικός — θρακιάς — ανέχεια — επιδείνωση — αφόρτωτος — σκαλοπάτι — περιττός |
|||