|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γουνάκι? — — απαράγραφτος — αφροντιστώ — ζαλικώνω — ανάπαλος — εκάην — ευήνιος — οιναγορά — σοκολατένια — αεροπορίνα — ατσίδι — σέσουλα — καλότυχος — χειλού — ασπροποδαρούσα — χρεοπιστώνω — αναθυμιέμαι — πριμιτιβιστής — φαφλαταρία — σωπαίνω — λουπιναριά — ανάκορφος |
|||