|
η септичность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово септичность? — σηπτικότητα как с (ново)греческого переводится слово σηπτικότητα? — септичность — ταλαντευόμενος — ανολογία — οργανικός — δικαστικά — αποφραγμένος — ανακοχλασμός — φλόγα — αλυκή — αξεσπάθωτος — εισηγούμαι — κεφαλαιοκρατία — εψητός — γαντοφορεμένος — αγουρόλαδο — κεραμιδί — Κίνα — διαμφισβητώ — εντερεκτασία — υπεξουσιότητα — πύξος — σχίνος |
|||