Новогреческий словарь
πολιός
πολιός
седой, поседевший
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
седой
? —
πολιός
как на
(ново)греческом
будет слово
поседевший
? —
πολιός
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολιός
? — седой, поседевший
#
(ново)греческий словарь
—
αντιβλέπω
—
κεφαλαίο
—
ζημιώνω
—
ραχάτ-λουκούμι
—
φρύξη
—
ορνιθοειδής
—
φουσκοδεντριά
—
γκρίζος
—
μεταγλωττίζω
—
ηλεκτροφώτιστος
—
επιμεταλλωτικός
—
διαιρετό
—
ακαλοκάμωτος
—
τιτλοφόρηση
—
τριγύρισμα
—
κουφιοκέφαλος
—
απαράλλαχτος
—
αναπείθω
—
αστρακάς
—
αγαπητά
—
ανεπιστρεπτί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве