|
η швея-ученица; молоденькая швея #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово швея-ученица? — ραφτοπούλα как на (ново)греческом будет слово молоденькая швея? — ραφτοπούλα как с (ново)греческого переводится слово ραφτοπούλα? — швея-ученица, молоденькая швея — συδυό — πέταγμα — παιδιαρίσματα — μεροκαματιάρισσα — φωτοταχυμέτρηση — στρεπτόκοκκος — γεροντομπασμένος — υποκατάστημα — περνοδιαβαίνω — βατράχένιος — ανασκολόπιση — σπερβέρι — υποσήμανση — εσωτερικός — τεκμαίρομαι — λάξευμα — ατιμαστικός — υποδιαιρούμαι — αλαφροκούκουλος — βραδεία — άβραστος |
|||