|
разветвляться, ответвляться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово разветвляться? — διακλαδώνομαι как на (ново)греческом будет слово ответвляться? — διακλαδώνομαι как с (ново)греческого переводится слово διακλαδώνομαι? — разветвляться, ответвляться — μπόλια — υπολογίζω — έχομαι — γηρατείον — ανεμούρι — καρπολόγία — ξεκουράζομαι — κολύμβημα — τάγισμα — βροχάρα — οικοκυρικός — αυτοκτονών — αμελητές — ευαγγελικός — χάλαρο — παρακάμπτω — δασκαλίστικος — υπερωκεάνειο — αξιόπιστο — αγγίνα — φαρμακοτρίφτης |
|||