Новогреческий словарь
συμφοιτώ
συμφοιτώ
учиться вместе
с кем-л.
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
учиться вместе
? —
συμφοιτώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
συμφοιτώ
? — учиться вместе
#
(ново)греческий словарь
—
μπάντα
—
ανάπλωτος
—
καράφλας
—
λιμένας
—
υλιστικός
—
σκυλομούρης
—
στενοχωριέμαι
—
τομάρι
—
μηνιάτικος
—
γλαροδόλωμα
—
κατανίκηση
—
αβιογένεσις
—
κακογεννάω
—
μακροσκελία
—
θυγάτηρ
—
τσιτσύρισμα
—
ναύλωση
—
ανεξασφάλιστος
—
ραδιοηλεκτρισμός
—
παραπλήσιος
—
αδιερεύνητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве