Новогреческий словарь
ξυλόκαρφο
ξυλόκαρφο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξυλόκαρφο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μοναρχο-φασίστας
—
αυτοϊκανοποιούμαι
—
αιματοβρεγμένος
—
θυσιάζομαι
—
αγγέλιασμα
—
κρεμαστήρα
—
αργυραμοιβός
—
πόκος
—
φάρα
—
επιτονόδεσμος
—
Ιταλιάνος
—
συνοδευτικός
—
φοίνιξ
—
παγγενεσία
—
ελεγκτής
—
αισθηματολογικά
—
ηδονιστικός
—
πλαδαρότης
—
φαρμακολόγος
—
αλλοίωση
—
πυροδότης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве