Новогреческий словарь
κασμήρι
κασμήρι
το
кашемир
;
από ~ — кашемировый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кашемир
? —
κασμήρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
κασμήρι
? — кашемир
#
(ново)греческий словарь
—
διακομίζω
—
εγκριτικός
—
χαζομπαμπάς
—
επανεξοπλίζω
—
επιδοκιμαστικός
—
αχνάδα
—
γρούζο
—
οινοπαραγωγός
—
εξακολουθητικώς
—
διπλασιασμός
—
ποταμίσιος
—
βληχηθμός
—
σόδα
—
ευχαριστώ
—
τυφώδης
—
αναρχοαυτόνομα
—
θρηνολογώ
—
φούντι
—
Βενετσιάνος
—
γλύμμα
—
παλικαριάτικο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве