Новогреческий словарь
ελισσόμενος
ελισσόμενος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ελισσόμενος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
νηοπομπή
—
διαυλάκωση
—
αρτοκοπείον
—
προτεκτοράτο
—
αγγρκρώνω
—
χορογραφικός
—
κτώμαι
—
διάπυος
—
αφαίμαξη
—
έθνος
—
ιδιόβουλος
—
ανακεφαλαίωση
—
άπονος
—
απόκαμμα
—
χρεμετίζω
—
ανάχυμα
—
τορνευτός
—
άπεφθος
—
αβάνισσα
—
αριστοκρατικός
—
γλιστρίδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,