|
почечный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово почечный? — νεφρικός как с (ново)греческого переводится слово νεφρικός? — почечный — προφυλάκιση — χωνευτικός — οργανισμός — κράνο — κεραμώ — μπετοκέφαλος — δεκάμηνος — πτήσσομαι — μήνη — εκτυλίσσω — χοντροσύνη — μπούχτισμα — αυτολίπαντος — αναστόμωση — πισώπλατα — εκβουτυρώνω — χρωματογράφος — ραχατεύω — υπομνηματίζω — υπερταξικός — φυσικομαθηματικός |
|||