|
ο паук #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово паук? — αϋφαντής как с (ново)греческого переводится слово αϋφαντής? — паук — βραδύς — θεμελιακά — άγρωστιδα — τοπιογραφία — φωρώμαι — ελαφρυντικός — δυσάρεστα — ανώφελα — εξεζητημένα — μεταλλογνωσία — προσήνεια — εξελαύνω — συννεφόκαψη — προκοίλας — επιφυλάσσομαι — κοριός — σύνορο — υπαστυνόμος — σαρανταπενταρίζω — μολόχα — χαλικόστρωμα |
|||