|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οικώ? — — μπαλέττο — πλατιά — χοροδιδασκαλείο — ποδηγετημένος — υδρομέτρης — μυστικιστικός — υαλόλιθος — Ιανουάριος — φεγγαροπρόσωπος — οικοπεδοφάγος — σαβουρογάμης — ξυλαγκάθα — απαράλλακτος — άοκνος — σαβουράτος — αναισθητώ — ληνοπατώ — θετικιστής — κύρις — αποψυκτήριο — υδροκριτικός |
|||