Новогреческий словарь
ευγενόλη
ευγενόλη
η хим.
эвгенол
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эвгенол
? —
ευγενόλη
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευγενόλη
? — эвгенол
#
(ново)греческий словарь
—
μηδεμία
—
αριστεροχέρα
—
μπαγδατίζω
—
ηλεκτροδυναμόμετρο
—
μπράτιμος
—
ακαζάνιαστος
—
Κορέα
—
δημιουργία
—
οκτακισχιλιοστός
—
βιλαέτι
—
ζευγόλουρο
—
υμνητικά
—
καθαρισμός
—
σατραπισμός
—
Τετάρτη
—
ακτύπητος
—
μηδαμινός
—
αιθέριος
—
χωριό
—
στομαλίμνη
—
ιστοριοδίφης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве