|
το трёхкратное вспахивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово трёхкратное вспахивание? — τριβόλισμο как с (ново)греческого переводится слово τριβόλισμο? — трёхкратное вспахивание — ατελώνιστα — σπανιότητα — διασπασμένος — συχωράω — καταλογογράφηση — ταξιδιώτης — κρυσταλλένιος — λήψη — αυταπαρνησία — σκέλι — σέμνωμα — οριστικά — πάτσι — πατάνη — συγκεκαλυμμένος — περικυκλώνω — ορυζάμυλο — ζακόνι — πεταλωτής — γγιάω — κωπηλατώ |
|||