|
удобопроизносимый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово удобопроизносимый? — ευκολοπρόφερτος как с (ново)греческого переводится слово ευκολοπρόφερτος? — удобопроизносимый — ντιζέζ — υποσκαπτικός — γαϊδουροκαθίζω — αργυροκέντητος — οία — διάρθρωση — αγριοκούνελο — εξαιτούμαι — καταμηνύω — προσκεφάλι — Φεβρουάλια — περίσωση — βάγια — μεταμερής — ανασφραγίζω — δάφνινος — αποκλείομαι — κακοντυμένος — λεξιγραφία — επιφωνώ — κληματόξύλο |
|||