|
το упрямство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово упрямство? — γενάτι как с (ново)греческого переводится слово γενάτι? — упрямство — εκτοκαρδία — μωρέ — αποκένωμα — ακυοφόρητος — αστόμωτος — τσίνισμα — μεταξοτυπία — ληξιαρχικός — λείπω — φριτούρα — ενούρησις — καμινάδα — γυαλοκοπώ — γεωπονικός — Φλαμανδή — ερινεάζω — ευθυγραμμώ — μασκαρεύω — αγούνιαστος — μαρίδα — εντός |
|||