|
η 1) принесение, доставка; 2) церк. проскомидия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово принесение? — προσκόμιση как на (ново)греческом будет слово доставка? — προσκόμιση как на (ново)греческом будет слово проскомидия? — προσκόμιση как с (ново)греческого переводится слово προσκόμιση? — принесение, доставка, проскомидия — πανεπιστημιακός — αντιπρυτανεία — αβούιστος — υπνιάζω — χαλκουργική — μαμμόθρεφτος — υπερακουστική — αερόλουτρο — αποθολάσσωση — περίγραμμα — απαράλλαχτα — ξυλοκρέβατο — γυαλί — σκωληκοτρόφος — απραγμονω — εμπρηστικός — ανεφάρμοστος — θαμαχτός — ραμμένος — αλαφρομυαλιά — καλάμινος |
|||