|
ο татуировка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово татуировка? — τοτουϊσμός как с (ново)греческого переводится слово τοτουϊσμός? — татуировка — αργκιλές — συνέταιρος — ενδύομαι — αναβαπτιστής — φιλοσοφικός — καταρρακώνω — δενδροκόμος — ακόλουθο — εξώνητος — ειλωτεύω — όποτε — μεγαλόσωμος — αεροφωτογραφία — βαθομετρικός — ακτινίδιο — αβλεπτώ — υποβαλλόμενος — πουρναρήσιος — χανούμισσα — αμονάρχητος — διασταύρωση |
|||