Новогреческий словарь
μουράγιο
μουράγιο
το
набережная
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
набережная
? —
μουράγιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
μουράγιο
? — набережная
#
(ново)греческий словарь
—
αγκύλη
—
βεγγέρα
—
σιτοπαραγωγή
—
μεσόφραγμα
—
νταϊλίκι
—
επιστασία
—
συνορίτισσα
—
ψάρευμα
—
τάγιστρον
—
καθοδήγηση
—
παλαιογραφία
—
ανάμιχτα
—
εξωνητικός
—
λογιωτατίζω
—
ηλεκτρονόμος
—
αισιοδοξώ
—
ψευδαλαζών
—
χρωματοθήκη
—
υπόκεντρο
—
λιγοψυχάω
—
υπεριτόπληκτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω