|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αισθηματικώς? — — γευστικότης — φωτοσφαίρα — τύπτω — αμφιδέτησις — καταψυκτικός — καθρεφτίζομαι — στερεό — ολόθυμος — ανακόχλαση — αδικοβγάλτισσα — παραδιαβάζω — εκδέρω — καταπέτασμα — έθαψα — οροδοτώ — ευφημίζω — κυνηγότοπος — βαρελάκι — κράσος — μπορετός — στειφτός |
|||