|
η отлив #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отлив? — ρηχία как с (ново)греческого переводится слово ρηχία? — отлив — βουτυρώδης — φραγγέλωμα — πατησιά — διγνωμία — αυτεπίγνωση — αντιπυροβόληση — απαραβίαστος — είλως — αδόλωτος — ακοπτος — παίκτης — αρτοκοπείον — λάγιαση — ματινάδα — εγκαίω — τόγα — σαλτέρνω — συναλοιφή — γοργόπτερος — δημοπρασία — έλκυση |
|||