|
η фланель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фланель? — φλανέλλα как с (ново)греческого переводится слово φλανέλλα? — фланель — εγκλιμάτισμός — τεταγμένη — γαϊδουροκαλόκαιρο — θορυβοποιώ — αζωογόνητος — μονοσύλλαβος — μπακαλόπαιδο — καταχρεώνω — γνέσιμο — σαρακοστεύω — σί — προμήτωρ — αριστοκρατικός — μεταξουργία — υποκειμενικός — ρίψις — αλίμενος — ηλιογεννημένος — καταφρόνια — αμυγδαλές — κοντοπίθαρος |
|||