Новогреческий словарь
ωοθυλάκιο
ωοθυλάκιο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ωοθυλάκιο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δεκαρολογία
—
περιβολάκι
—
αριδίζω
—
κατακλυσμικός
—
ταβλιστής
—
γεωργήσιμος
—
αφέντισσα
—
υπερθέτω
—
φυσομανάω
—
λουστραρισμένος
—
φιλάλληλος
—
δυσεξήγητος
—
θρουβαλίζω
—
αξιοσπούδαστος
—
επταετής
—
αντιναύαρχος
—
ιατροφιλόσοφος
—
σπαθίζω
—
βρογχιακός
—
Μελισσάνθη
—
ευθυμολόγος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,