Новогреческий словарь
καθολίκευση
καθολίκευση
η
обобщение, генерализация
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обобщение
? —
καθολίκευση
как на
(ново)греческом
будет слово
генерализация
? —
καθολίκευση
как с
(ново)греческого
переводится слово
καθολίκευση
? — обобщение, генерализация
#
(ново)греческий словарь
—
τελωνιακός
—
τακτική
—
ειρμός
—
δυσκολογιάτρευτος
—
μέρσιμος
—
λενινιστικά
—
αυγάτισμα
—
κατάμεστος
—
προσλαμβάνομαι
—
συγκινημένος
—
κολλάρω
—
τελείωση
—
θαλασσινά
—
αμφιρρέπω
—
πταισματοδικείο
—
ωστήρας
—
ιχνηλάτης
—
υδατομέτρηση
—
οροθέτηση
—
γιαουρτοπόλεμος
—
αμμωνάλη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве