|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συγκριτικά? — — αιγοκλέπτης — πνικτικός — αγροχαλά — επίχρυσος — ψύλλος — γουλίζω — γλαριάζω — ετράφην — μαλάζω — μιντέρι — μηχανοποιία — αποκεφαλίζω — πιανίστα — αγρότισσα — γλυκοσβήνω — ψάθωμα — διακοινώνω — δραματοποιούμαι — αβατσίνιαστος — βραδινή — τεμπελχανείο |
|||