Новогреческий словарь
μαριονέττα
μαριονέττα
η прям., перен.
марионетка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
марионетка
? —
μαριονέττα
как с
(ново)греческого
переводится слово
μαριονέττα
? — марионетка
#
(ново)греческий словарь
—
μεζεκλίκι
—
πλουσιοπάροχα
—
εξωστρέφεια
—
συνεφέρνω
—
οκτακοσαριά
—
αντικούτικας
—
αβίζο
—
υφηγήτρια
—
ακαπάκωτος
—
βουτυροπωλείο
—
μακελλεύομαι
—
γλυκομιλησιά
—
προκηρήττω
—
παράσταση
—
ξενομερίτης
—
κεράτινος
—
ευφορικός
—
ανεύρυσμο
—
ανελικτικός
—
ανικανοποίητο
—
κώδικας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве