|
физ. эквипотенциальный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эквипотенциальный? — ισοδυναμικός как с (ново)греческого переводится слово ισοδυναμικός? — эквипотенциальный — υπερτατικός — αγέρας — νυκτερίς — αιμοφιλικός — προπηλακισμός — μεταγραμματισμός — φωτιοκαμένος — επανεξετάζω — κατασπιλώνω — μπερδεύω — περδικλώνω — ξυλού — προστιμάρισμα — άρθρωση — πεπονόφλουδα — αροτριώντα — δρομαίος — μύωσις — διασωλήνωση — λιγόχρονος — έκβραση |
|||