|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πρυμνήσια? — — ανατρομάζω — αιμαγγείωμα — ἀπογοήτευσις — αδάγκωτος — οπισθοδρόμηση — καλπουζανιά — δακτυλογράφος — κάματος — χρυσοπόρφυρος — τερεβινθικός — άπηκτος — κατασκουριασμένος — ταβερνείον — κατάκριση — πήχυς — ανοικονόμητος — αυθεντικός — καλησπέρισμα — πανοραμικός — άνοιγμα — μελωδός |
|||